Η βιώσιμη ανάπτυξη αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους της παγκόσμιας κοινότητας, καθώς η πίεση που ασκείται στους φυσικούς πόρους και το περιβάλλον αυξάνεται διαρκώς. Η αναγκαιότητα για βιώσιμες πρακτικές, έχει οδηγήσει σε μια σειρά από παγκόσμιες πρωτοβουλίες και συμφωνίες που επιδιώκουν να συνδυάσουν την οικονομική ανάπτυξη με την περιβαλλοντική προστασία και την κοινωνική δικαιοσύνη.
Μία από τις σημαντικότερες διεθνείς πρωτοβουλίες στον τομέα, αποτελεί η Ατζέντα 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη που υιοθετήθηκε από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών το 2015. Η Ατζέντα περιλαμβάνει 17 Στόχους Βιώσιμης Ανάπτυξης (Sustainable Development Goals – SDGs) που καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων, από την εξάλειψη της φτώχειας και την προώθηση της εκπαίδευσης, μέχρι την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και την προστασία της βιοποικιλότητας. Αυτοί οι στόχοι, θέτουν ένα οικουμενικό πλαίσιο δράσης για κυβερνήσεις, επιχειρήσεις, και κοινωνίες, με τελικό σκοπό την εξασφάλιση ενός βιωσιμότερου μέλλοντος.
Η Συμφωνία των Παρισίων αποτελεί μια ακόμη θεμελιώδη πρωτοβουλία για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, η οποία τέθηκε σε ισχύ το 2016. Πρόκειται για μια νομικά δεσμευτική διεθνή συνθήκη, που αποσκοπεί στον περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμοκρασίας σε επίπεδα χαμηλότερα των 2°C σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα, ώστε να περιοριστεί η αύξηση στους 1,5°C. Η Συμφωνία, υπογραμμίζει τη σημασία της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και της προσαρμογής στις κλιματικές επιπτώσεις, παρέχοντας συνάμα ένα ευέλικτο πλαίσιο για τις χώρες να θέσουν εθνικούς στόχους μείωσης.
Η Συμφωνία του Κιότο, που προηγήθηκε της Συμφωνίας των Παρισίων, αποτέλεσε το πρώτο σημαντικό βήμα της διεθνούς κοινότητας στην προσπάθεια περιορισμού των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Παρά το γεγονός, ότι η Συμφωνία του Κιότο δεν είχε την ίδια συμμετοχή με τη Συμφωνία των Παρισίων, δημιούργησε τη βάση για την ανάπτυξη του παγκόσμιου συστήματος εμπορίας δικαιωμάτων εκπομπών και βοήθησε στη διαμόρφωση της σημερινής παγκόσμιας στρατηγικής για το κλίμα.
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, συναντάμε, την Πράσινη Συμφωνία (European Green Deal), μια φιλόδοξη πρωτοβουλία που στοχεύει στη μετάβαση της Ευρώπης σε μια κλιματικά ουδέτερη ήπειρο έως το 2050. Η Πράσινη Συμφωνία, περιλαμβάνει μια σειρά μέτρων, όπως η ενίσχυση της ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές, η κυκλική οικονομία, και η μείωση των εκπομπών από τον αγροτικό τομέα και τη βιομηχανία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει, μέσω αυτής της συμφωνίας, να καταστήσει την οικονομία της ανθεκτική στις κλιματικές προκλήσεις, διασφαλίζοντας παράλληλα την κοινωνική δικαιοσύνη.
Μια ακόμη σημαντική πρωτοβουλία, είναι η Σύμβαση για τη Βιολογική Ποικιλότητα (Convention on Biological Diversity), η οποία στοχεύει στη διατήρηση των οικοσυστημάτων και των φυσικών πόρων. Η Σύμβαση, που τέθηκε σε ισχύ το 1993, θέτει το πλαίσιο για τη διαφύλαξη της βιοποικιλότητας, την προώθηση της αειφόρου χρήσης της, και τη δίκαιη κατανομή των οφελών που προκύπτουν από τη χρήση των γενετικών πόρων.
Αξιοσημείωτη είναι επίσης, η δράση του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ), που έχει εισαγάγει πρωτοβουλίες για τη μείωση των επιπτώσεων του διεθνούς εμπορίου στο περιβάλλον. Μέσω της προώθησης «πράσινων» εμπορικών συμφωνιών και της κατάργησης επιδοτήσεων σε τομείς που επιβαρύνουν το περιβάλλον, όπως η αλιεία, ο ΠΟΕ συμβάλλει στη βιώσιμη διαχείριση των φυσικών πόρων.
Συνολικά, η παγκόσμια κοινότητα έχει αναπτύξει έναν μεγάλο αριθμό συμφωνιών και πρωτοβουλιών για τη βιώσιμη ανάπτυξη. Ωστόσο, η εφαρμογή τους εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση, καθώς απαιτείται η συντονισμένη δράση κυβερνήσεων, ιδιωτικού τομέα και κοινωνιών. Παρά την πρόοδο, η επίτευξη της βιώσιμης ανάπτυξης θα εξαρτηθεί από τη συνεχή δέσμευση των χωρών να ενισχύσουν τα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος και να προσαρμόσουν τις οικονομίες τους σε ένα βιώσιμο μέλλον.
Έστερ Καλογερούδη – Project Manager